Η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ , χωρίς να έχει λάβει κανένα ουσιαστικό μέτρο για την ασφαλή
επαναλειτουργία των σχολείων και χωρίς διάλογο με τους εκπαιδευτικούς , στις 9-12-2020 εξέδωσε εγκύκλιο στην οποία περιγράφεται ο τρόπος αξιολόγησης των μαθητών που παρακολουθούν διαδικτυακά μαθήματα, λόγω των έκτακτων μέτρων αντιμετώπισης του κορωνοϊού, σαν να διεξάγεται η εκπαιδευτική διαδικασία κανονικά ,αγνοώντας τις ιδιαιτερότητες και τις πολλαπλές σοβαρές αδυναμίες της τηλεκπαίδευσης και το πλήθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές, ειδικότερα οι μαθητές των ασθενέστερων τάξεων και στρωμάτων και των πιο απομακρυσμένων περιοχών της χώρας.
Με αυτήν την εγκύκλιο το υπουργείο Παιδείας απαιτεί η αξιολόγηση – βαθμολόγηση των μαθητών για το α΄ τετράμηνο, να βασιστεί κυρίως στην τηλεκπαίδευση! Η εγκύκλιος καταδεικνύει την επιθυμία της κυβέρνησης να θεωρήσει ως απόλυτη κανονικότητα την τηλεκπαίδευση, ως μια διαδικασία που δεν υστερεί σε τίποτα από τη δια ζώσης διδασκαλία ,ενώ είναι αναποτελεσματική διαδικασία που δεν είναι καθολική και ισότιμη για τους μαθητές.
Μέσα σε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνουν όλα τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας, εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς, με την "κοροϊδία'" της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και δίχως να έχει προβλεφθεί και υποστηριχθεί η ισότιμη πρόσβαση όλων των μαθητών σε αυτήν, το Υπουργείο προσποιείται ότι όλα δουλεύουν κανονικά και ζητά από τους εκπαιδευτικούς να αξιολογήσουν τους μαθητές ,τηρώντας «απαρέγκλιτα» τις κείμενες διατάξεις, ενώ τους "ενθαρρύνει" μάλιστα να φροντίσουν ,ώστε να "αποτραπούν φαινόμενα συνεργασίας ή ηλεκτρονικής αντιγραφής'', ρίχνοντας με αυτό τον τρόπο σε αυτούς την ευθύνη ,αν υπάρξουν καταγγελίες για τέτοια φαινόμενα. Με ποιο τρόπο ο εκπαιδευτικός θα διασφαλίσει πως ο μαθητής δε θα αντιγράψει; Το υπουργείο Παιδείας δίνει κάποιες κατευθύνσεις, οι οποίες είναι γενικές και υποκριτικές και μοιάζουν περισσότερο με ευχές.
Είναι προφανές ότι τα βασικά στοιχεία αξιολόγησης του μαθητή (γραπτά τεστ και διαγωνίσματα, προφορική εξέταση κ.α.), εκλείπουν στη διαδικασία της τηλεκπαίδευσης. Πόσο μάλλον , όταν καθημερινά προσωρινά τεχνικά προβλήματα ή και μόνιμες τεχνικές ελλείψεις καθιστούν προβληματική τη συμμετοχή κάποιων μαθητών ,όπως αναφέραμε και σε προηγούμενη ανακοίνωσή μας. Επίσης, πώς θα γίνει η e- αξιολόγηση στα εργαστηριακά μαθήματα των Επαγγελματικών Λυκείων; Πώς θα αξιολογήσουν τους μαθητές οι αναπληρωτές συνάδελφοι που διορίστηκαν πρόσφατα με κλειστά σχολεία; Είναι αδύνατο αλλά και άδικο να γίνει μια στοιχειωδώς αξιοπρεπής, αντικειμενική και αξιόπιστη αξιολόγηση των μαθητών με παιδαγωγικά κριτήρια μέσω τηλεκπαίδευσης.
Κυβέρνηση και υπουργείο μας περιπαίζουν , όταν μας λένε ότι παρέχεται μόρφωση, ότι βγαίνει ύλη με το σταθερό ή το κινητό τηλέφωνο, ότι πρέπει να αγνοήσουμε πως υπάρχουν αποκλεισμοί και οξύνονται οι ανισότητες , πως τα παιδιά βρίσκονται καθηλωμένα γύρω στις 8-10 ώρες μπροστά σε μια οθόνη, πως στερούνται την οποιαδήποτε κοινωνική ζωή ,πως βιώνουν τον εγκλεισμό της καραντίνας, κάποια από αυτά και την αρρώστια ή το πένθος, πολλά τη φτώχεια και τις στερήσεις.
Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν προχωρά η ύλη με τηλεκπαίδευση, με παρόμοιο τρόπο με τη δια ζώσης διδασκαλία. Πρέπει όλοι να έχουμε υπόψη μας ότι η τηλεκπαίδευση είναι μια μη κανονική διαδικασία, μια λύση ανάγκης, που δεν υποκαθιστά κατά κανένα τρόπο τη δια ζώσης διδασκαλία.
Αυτό το αποδέχονταν ακόμα και οι ίδιοι οι κυβερνώντες σε παλαιότερες τοποθετήσεις τους. Θυμίζουμε περυσινές δηλώσεις (Μητσοτάκης, Γεραπετρίτης, Ζαχαράκη):
«η τηλε-εκπαίδευση χρησιμοποιείται μόνο για να διατηρείται η επαφή των μαθητών με το σχολείο»,«μέσω αυτής δεν μπορεί να προχωρήσει η ύλη και ως διδαχθείσα χαρακτηρίζεται μόνο η ύλη που έχει καλυφθεί δια ζώσης», «είναι προαιρετική για μαθητές και εκπαιδευτικούς», «αυξάνει τις ανισότητες στη μόρφωση και θίγει τα φτωχά παιδιά». Η αλλαγή της στάσης τους, λοιπόν, υποτιμά τη νοημοσύνη εκπαιδευτικών και γονιών και προκαλεί οργή ,γιατί αποδεικνύει ότι θέλει να καλύψει την έλλειψη προετοιμασίας των σχολείων απέναντι στο δεύτερο κύμα του κορωνοιού.
Θίγουν την αξιοπρέπεια μας και προσβάλουν την κοινή λογική όλων , όταν μας ζητούν να βάλουμε διαγωνίσματα , να αποδεχτούμε την ΕΞΑΕ ως κανονική εκπαίδευση και να ξεχάσουμε τον παιδαγωγικό μας ρόλο. Με αυτήν την ισοπεδωτική και αντιπαιδαγωγική αντιμετώπιση των μαθητών αποκαλύπτουν το βασικό τους στόχο: να καθιερωθεί με πρόσχημα την πανδημία η ΕΞΑΕ ως ισότιμη με τη δια ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία, με πλήρες ωρολόγιο πρόγραμμα ,απουσίες, ύλη, βαθμούς , τεστ, διαγωνίσματα, ενημέρωση γονέων, σε βάρος των μορφωτικών αναγκών και δικαιωμάτων των μαθητών μας.
Οι εκπαιδευτικοί, δικαιώνοντας τον παιδαγωγικό μας ρόλο και το καθήκον μας προς τους μαθητές, οφείλουμε να αντισταθούμε τονίζοντας ότι ΔΕΝ είναι ΔΥΝΑΤΗ η «τηλε-αξιολόγηση» των μαθητών .
Επιπλέον, από την ισχύουσα νομοθεσία δεν προκύπτει υποχρεωτικότητα στην εφαρμογή της εγκυκλίου. Και τούτο ,γιατί προβλέπεται, τόσο από το Προεδρικό Διάταγμα για την αξιολόγηση των μαθητών του Γυμνασίου , όσο και από το νόμο για την αξιολόγηση των μαθητών του Λυκείου, ότι οι γραπτές δοκιμασίες του α΄τετραμήνου, μπορεί να μην πραγματοποιηθούν.
Ειδικότερα:
Στο άρθρο 12 του Π.Δ. 126/2016 για τα Γυμνάσια, εκτός των άλλων, ορίζεται ότι: ''Αν σε ένα μάθημα για κάποιο λόγο λείπει ο βαθμός του ενός από τα δύο τετράμηνα, ως βαθμός επίδοσης για αυτό το τετράμηνο θεωρείται ο βαθμός του άλλου τετραμήνου”.
Αντίστοιχα, για τα Γενικά Λύκεια στο άρθρο 103 του νόμου 4610/2019 και για τα ΕΠΑΛ στο άρθρο 121 του ίδιου νόμου, ορίζεται ότι: “...Αν λείπουν στοιχεία της παραγράφου 1, (Μεταξύ αυτών και τα ωριαία διαγωνίσματα) ο προφορικός βαθμός του τετραμήνου διαμορφώνεται ύστερα από τη συνεκτίμηση των υπαρχόντων στοιχείων”.
Κατά συνέπεια η υποχρεωτικότητα των υποχρεωτικών διαγωνισμάτων αίρεται, εφόσον οι συνθήκες δεν επιτρέπουν τη διεξαγωγή τους.
Το ότι δεν προκύπτει υποχρεωτικότητα στην εφαρμογή των εργαλείων που προτείνονται στις οδηγίες, ομολογείται και στην ίδια την εγκύκλιο, αφού στην αρχή της αναφέρει: “Ειδικά όσον αφορά τις ολιγόλεπτες και ωριαίες γραπτές δοκιμασίες, οι εκπαιδευτικοί ενθαρρύνονται να αξιοποιούν τα εργαλεία «Ασκήσεις» και «Εργασίες» από την ηλεκτρονική τάξη (eclass)”.
Στην ίδια εγκύκλιο η χρήση του ρήματος “δύνανται” συνηγορεί στην δυνητικότητα της εφαρμογής των οδηγιών.
Υπάρχουν εξάλλου και νομικά θέματα που έχουν να κάνουν με αυτή την αξιολόγηση όπως περιγράφεται στην εγκύκλιο. Σε καμία για παράδειγμα Υπουργική απόφαση δεν αναφέρεται ως υποχρεωτική η αξιοποίηση της πλατφόρμας e-class και e-me. Εκτός όμως από αυτό, θα έπρεπε να υπάρχει συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο για την υποχρέωση της εξ αποστάσεως αξιολόγησης των μαθητών.
Το σημαντικότερο, βέβαια, είναι τα ουσιαστικά προβλήματα που ανακύπτουν αναφορικά με την εξ αποστάσεως αξιολόγηση και που έχουν να κάνουν με την πραγματική παιδαγωγική αξία στις συγκεκριμένες αξιολογήσεις, την αντικειμενικότητα και αξιοπιστία της, τα τεχνικά προβλήματα και την απουσία επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σχετικά με την αξιοποίηση των συγκεκριμένων εργαλείων.
Για όλους αυτούς τους λόγους:
- Απαιτούμε από το ΥΠΑΙΘ την άμεση απόσυρση της εγκυκλίου.
- Καλούμε την ΟΛΜΕ να μην αποδεχτεί την απαξιωτική διαδικασία της τηλεαξιολόγησης ,παίρνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αποτραπεί και να μην εφαρμοστεί στην πράξη η απαράδεκτη αυτή διαδικασία. Να απαιτήσει από το υπουργείο την άμεση απόσυρση της σχετικής εγκυκλίου.
- Απαιτούμε ΑΜΕΣΑ τη μείωση και αναπροσαρμογή της ύλης όλων των μαθημάτων και, ιδίως, των πανελλαδικώς εξεταζόμενων. Να καταργηθεί η τράπεζα θεμάτων.
- Αγωνιζόμαστε για ανοιχτά και ασφαλή σχολεία για όλους.
Οι εκπαιδευτικοί υπερασπιζόμαστε τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών μας και το δημόσιο σχολείο για όλα τα παιδιά.
ΓΙΑ ΤΟ Δ.Σ.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΣΟΦΙΑ ΚΑΝΕΛΛΟΥ ΗΛΙΑΣ ΛΕΚΚΑΣ